- κανονιστική εξουσία
- Ειδική εξουσιοδότηση και αρμοδιότητα του αρχηγού του κράτους (με την ιδιότητά του ως αρχηγού της εκτελεστικής εξουσίας) να συμπληρώνει και να αναπτύσσει τους νόμους στον βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο για την εκτέλεσή τους. Κ.ε. μπορούν να έχουν και άλλες διοικητικές αρχές. Το ελληνικό Σύνταγμα προβλέπει τη γενική κ.ε. του προέδρου της δημοκρατίας. Τέτοια εξουσιοδότηση μπορεί να δοθεί και σε άλλα όργανα της διοίκησης, για τη ρύθμιση ειδικότερων θεμάτων ή θεμάτων τοπικού ενδιαφέροντος ή τεχνικού και λεπτομερειακού χαρακτήρα. Γενική κ.ε. μπορεί επίσης να ασκείται με εξουσιοδότηση νόμου από την ολομέλεια της βουλής. Η κ.ε., εκτός από τα διατάγματα, μπορεί να ασκηθεί και με άλλες διοικητικές πράξεις, όπως υπουργικές αποφάσεις ή αποφάσεις νομαρχών, διευθυντών αστυνομίας ή άλλων Αρχών, όπως λιμενικών, τελωνειακών κλπ., με βάση νόμο που παρέχει εξουσιοδότηση, πράγμα που καθιερώθηκε στην πράξη ως συνταγματική συνήθεια και πριν από την εισαγωγή της πιο πάνω συνταγματικής διάταξης. κανονιστικά διατάγματα. Ουσιαστικές νομοθετικές πράξεις της διοίκησης που εκφράζουν την άσκηση της κ.ε. ή κανονιστικής ευχέρειας που διαθέτει. Πρόκειται για τα εκτελεστικά διατάγματα των νόμων που έχουν γενικό χαρακτήρα και απρόσωπο περιεχόμενο. κανονιστική πράξη. Πράξη της διοίκησης με σκοπό τη ρύθμιση των λεπτομερειών του νόμου, έπειτα από ειδική εξουσιοδότηση. Αποτελεί τυπική διοικητική πράξη, που υπάγεται στον έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Dictionary of Greek. 2013.